υδροφορμυλίωση

υδροφορμυλίωση
η, Ν
χημ. αντίδραση προσθήκης σε έναν διπλό δεσμό άνθρακα-άνθρακα ενός μορίου φορμαλδεΰδης, δηλαδή ενός ατόμου υδρογόνου και μιας ρίζας φορμυλίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. hydroformylation < hydro- (< υδρ[ο]-*) + -formylation (πρβλ. φορμυλίωση)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”